Open Access BASE2016

The production and trade of Cypriot copper in the late bronze age : from ore to ingot : unraveling the metallurgical chain ; Η παραγωγή και εμπορεία κυπριακού χαλκού κατά την Ύστερη Χαλκοκρατία : η ανασύσταση της μεταλλουργική; εγχειρηματικής αλυσίδας από το μετάλλευμα στο τάλαντο

Abstract

Includes bibliografphy (p. 426-455) ; Number of sources in the bibliography: 30 ; Thesis (Ph. D.) -- University of Cyprus, Faculty of Letters, Department of History and Archaeology, 2016. ; The University of Cyprus Library holds the printed form of the thesis. ; Η Κύπρος είναι γνωστή για τα πλούσια κοιτάσματα χαλκού. Αυτός ο ορυκτός πλούτος επέτρεψε στο νησί να αποκτήσει κυρίαρχη θέση στο εμπόριο μετάλλων σε μακρινές αποστάσεις στην Ανατολικής Μεσογείου την Ύστερη εποχή του Χαλκού. Για πολλές δεκαετίες, το μεγαλύτερο μέρος της επιστημονικής έρευνας επικεντρώθηκε τόσο στη μελέτη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Κύπρο όσο και στην προέλευση των 'oxhide ingots', η πλειοψηφία των οποίων προέρχεται από τα μεταλλεία της Σολέας στους βορειοδυτικούς πρόποδες του Τροόδους. Είναι κοινός τόπος ότι από το 13ο αιώνα π.Χ. (LCIIC), η οικονομική και κοινωνικό-οικονομική οργάνωση στο νησί αποτελείτο από πολιτείες-βασίλεια, αλληλεπιδρόμενα σε ένα περιφερειακό δίκτυο υπό τον έλεγχο μίας τοπικής αριστοκρατίας. Αυτά τα περιφερειακά δίκτυα είχαν αναπτυχθεί ώστε να οργανώσουν τη μεταφορά του χαλκού από τους οικισμούς της εξόρυξης και της εκκαμίνευσής του, που βρίσκονταν στους πρόποδες της οροσειράς του Τροόδους, προς τα αστικά παράκτια ή λιμενικά κέντρα από όπου θα εξαγόταν. Τα δίκτυα, επομένως, φαίνεται ότι σχετίζονται με την 'chaîne opératoire' της παραγωγής του χαλκού και της διαδικασίας πολλαπλών σταδίων εκκαμίνευσης των μεταλλευμάτων θειούχου χαλκού, όπως για παράδειγμα του χαλκοπυρίτη (CuFeS2) ενός από τα βασικά διαθέσιμα είδη μεταλλεύματος στην Κύπρο. Ωστόσο, η βασική τεχνολογική μεταλλουργική διαδικασία, η οποία σχετίζεται με την παραγωγή του χαλκού και την οργάνωση μεταλλουργικών εγκαταστάσεων εντός του νησιού, παραμένει ελάχιστα κατανοητή. Ευρήματα για τη συστηματική και μεγάλη κλίμακα παραγωγής και εξαγωγής χαλκού στην Ανατολική Μεσόγειο είναι γνωστά μόνο από την Έγκωμη, ενώ μέχρι σήμερα η αρχαιολογική έρευνα εντόπισε στη θέση Πολιτικό-Φοράδες το μοναδικό εργαστήριο παραγωγής χαλκού και στη θέση Απλίκι-Καραμάλλος το μοναδικό οικισμό μεταλλωρύχων. Ωστόσο, μικρής κλίμακας κατάλοιπα της παραγωγής μετάλλων εντοπίστηκαν στο μεγαλύτερο μέρος των ανεσκαμμένων θέσεων της Ύστερης Χαλκοκρατίας στην Κύπρο. Μια συγκριτική και διεπιστημονική μελέτη του συγκεκριμένου υλικού μέσω ενός ευρύ φάσματος αναλυτικών τεχνικών έχει ως στόχο να οδηγήσει στην καλύτερη κατανόηση της παραγωγής και του εμπορίου του Κυπριακού χαλκού. Παράλληλα θα συμβάλει σημαντικά στην ερμηνεία των κοινωνικών-πολιτικών και οικονομικών δομών της αρχαίας κυπριακής οικονομίας. Η συστηματική μελέτη μεταλλευτικών καταλοίπων, που δεν έχουν τύχει την προσοχή της έρευνας μέχρι σήμερα, από σημαντικές LCIIC θέσεις κατά μήκος των νότιων κοιλάδων, δηλαδή Μαρώνι-Τσάρουκας, Καλαβασσός-Άγιος Δημήτριος και Άλασσα, και από αγροτικές θέσεις της ενδοχώρας Αρεδιού-Βούππες, σε σύγκριση με δημοσιευμένο υλικό από άλλες σύγχρονές τους θέσεις, οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η τεχνολογία της μεταλλευτικής παραγωγής του χαλκού δεν ήταν απολύτως ομοιόμορφη. Επιπλέον, τα ευρήματα δεν υποστηρίζουν την υπόθεση ότι η τοπική παραγωγή χαλκού είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομία κάθε περιοχής. Επομένως, μπορούμε να υποθέσουμε ότι τον 13ο αιώνα π.Χ. η παραγωγή και η εξαγωγή του Κυπριακού χαλκού πραγματοποιήθηκε σε δύο επίπεδα: 1) στη μεγάλη κλίμακα παραγωγής των 'oxhide ingots' (και 'bun ingots') υπό τον έλεγχο του 'βασιλιά' της Αλασίας σε ακόμη άγνωστες στην έρευνα θέσεις εντός της περιοχής των μεταλλείων της Σολέας για την εξαγωγή φορτίου μεταλλεύματος μέσω ενός κρατικά ελεγχόμενου θαλάσσιου εμπορικού συστήματος, 2) στη τοπική μικρής κλίμακας παραγωγής χαλκού σε θέσεις παράκτιες και θέσεις της ενδοχώρας για τοπική εκμετάλλευση και εξαγωγή από την περιφερειακή αρχή εντός ιδιωτικές επαφές ανταλλαγής. Η προτεινόμενη μεταβολή των εμπορικών συστημάτων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού στην Ανατολική Μεσόγειο προς μία αύξηση του ιδιωτικού εμπορίου μετàλλων και αχρήστων μετάλλων (metal scrap) έχουν περαιτέρω εξεταστεί και επιβεβαιωθεί από τη μακροσκοπική εξέταση από θραύσματα ταλάντων χαλκού από το γνωστό ναυάγιο 'Cape Gelidonya' του ύστερου 13ου αιώνα π.Χ. ; Cyprus is well-known for its abundant copper ore deposits. This mineral wealth enabled the island to acquire a dominant position in the long-distance metal's trade of the East Mediterranean during the Late Bronze Age. For many decades the provenance of the copper oxhide ingots, the majority of which is sourced to the mines of the Solea axis in the north-western foothills of the Troodos Mountains, and hence the Cypriot Late Bronze Age received extensive scholarly attention. It is commonly suggested that by the 13th century BC (LCIIC) the economic and socio-political organisation of the island consisted of several polities within which various types of sites interacted in a regional network under control of a local elite. These regional networks had developed to organize the transhipment of copper from the mining and smelting settlements located in the foothills of the Troodos Mountains towards the urban coastal or port centres from where the copper was exported. The networks are therefore commonly related to the chaîne opératoire of copper production and the multi-phase process of the smelting of copper sulphide ores, i.e. chalcopyrite (CuFeS2), the main ore type available on Cyprus. However, the actual technological process related to the production of copper and its spatial organisation within the island remain poorly understood. Evidence of large-scale metallurgical workshops to be expected for a major copperproducing and -exporting agent in the eastern Mediterranean are known only from Enkomi while to date only one primary smelting workshop, that of Politiko-Phorades, and one mining settlement, namely Apliki-Karamallos, have been excavated. Nevertheless, small numbers of metallurgical remains have been found in practically all excavated Late Cypriote sites. A comparative and multidisciplinary study of this material by means of a variety of analytical techniques can lead to a better perception of the production and exchange of Cypriot copper. Consequently it can also contribute greatly to the further understanding of the socio-political and economical organisation of the ancient Cypriot society. The systematic study of the uninvestigated metallurgical remains from a number of important LCIIC sites located along the much-discussed southern river valleys, namely Maroni-Tsaroukkas, Kalavasos-Ayios Dhimitrios and Alassa, and from the inland agricultural site of Arediou-Vouppes, in comparison to the published results from other contemporary sites, has led to the conclusion that the technology in the production of copper was not absolutely uniform. Furthermore, the current evidence does not support the assumption that copper production is of primary importance in the economy of every region. Therefore we may assume that by the 13th century BC the production and export of Cypriot copper took place at two levels: 1) the large-scale and highly specialised production of oxhide (and bun) ingots under control of the 'king' of Alashiya, who may possibly have resided at Enkomi, at yet unidentified sites located within the mining region of the Solea axis for the export of bulk metal within a state-controlled maritime trading system; and 2) the regional small-scale production of copper at both coastal and inland sites for local use, and export by the regional ruling authorities within private exchange contacts. The proposed alteration of the trading systems of the Late Bronze Age Eastern Mediterranean towards an increase in the private trade of metals and metal scrap was further explored and confirmed by the macroscopic study of the rediscovered copper ingot fragments from the eminent late 13th century BC Cape Gelidonya shipwreck.

Problem melden

Wenn Sie Probleme mit dem Zugriff auf einen gefundenen Titel haben, können Sie sich über dieses Formular gern an uns wenden. Schreiben Sie uns hierüber auch gern, wenn Ihnen Fehler in der Titelanzeige aufgefallen sind.